Η θεωρητική βάση του ΕΠΣ-ξγ
Συγγραφείς:
Αντώνης Βεντούρης
Επίκουρος Καθηγητής
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Δημήτρης Ζέππος
Καθηγητής Μ.Ε. Γερμανικής Γλώσσας
Μέλος ΣΕΠ
Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
3. Θεωρητικό υπόβαθρο ΕΠΣ-ξγ
Το ΕΠΣ-ξγ βασίζεται σε μία σειρά παιδαγωγικών αρχών οι οποίες είναι κοινές για όλα τα Νέα Προγράμματα της Ελληνικής Δημόσιας Εκπαίδευσης. Αυτές οι αρχές συνοψίζονται στα παρακάτω:
1. Η γνώση κατακτιέται, δεν προσφέρεται έτοιμη μέσω πρακτικών όπως η «παράδοση» ή η «μετάδοση» πληροφοριών σε μαθητές-παθητικούς δέκτες πληροφοριών οι οποίοι θα πρέπει να τις απομνημονεύσουν.
2. Οι γνώσεις που έχει ήδη αποκτήσει ο μαθητής εντός και εκτός σχολείου είναι εξίσου σημαντικές για την πορεία προς τη γνώση με τα νέα αντικείμενα διδασκαλίας και μάθησης και θα πρέπει να αξιοποιηθούν κατά τη μαθησιακή διαδικασία.
3. Οι μαθητές δεν είναι όλοι ίδιοι, διαφέρουν ως προς τα ενδιαφέροντα, τις επιδιώξεις, τις αντιλήψεις, τα μαθησιακά στυλ και τις νοημοσύνες (Gardner, 1993) που έχουν αναπτύξει. Όλα αυτά θα πρέπει να γίνουν σεβαστά και να ληφθούν υπόψη κατά το σχεδιασμό αλλά και την υλοποίηση του μαθήματος.
4. Η πηγή πληροφόρησης στη ζωή δεν είναι μία, μονοδιάστατη και μονόδρομη αλλά πολλαπλή, αμφίδρομη και πολυτροπική. Έτσι, για να επιτευχθεί η εποικοδομητική διαχείριση των πολλαπλών πηγών πληροφόρησης προϋποτίθεται η ανάπτυξη των κατάλληλων γνώσεων και δεξιοτήτων τόσο από τον εκπαιδευτικό όσο και από τον μαθητή.
5. Οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας (ΤΠΕ) στη διδακτική και μαθησιακή πράξη προσφέρουν δυνατότητες οι οποίες δύσκολα μπορούν να αναπληρωθούν διαφορετικά: πολυτροπικά κείμενα, διαδραστικότητα στις δραστηριότητες, άμεση επαφή με το γλωσσικό περιβάλλον της γλώσσας στόχου σε πραγματικό χρόνο είναι ορισμένες από αυτές.
6. Η «βιωματική μάθηση» είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική.
7. Συνθήκες χρήσης της γλώσσας και επικοινωνίας δημιουργούνται σε μαθησιακά περιβάλλοντα που καλλιεργούν τη συνεργατικότητα.
(Δενδρινού και Καραβά, 2013)
Η παιδαγωγική βάση του ΕΠΣ-ξγ βρίσκεται στη θεωρία της Νέας Μάθησης, σύμφωνα με την οποία η ικανότητα της μάθησης ενυπάρχει στη φύση του ανθρώπου. Η μάθηση συντελείται μέσω μιας αμφίδρομης σχέσης μεταξύ των ανθρώπων αλλά και βάσει της επίδρασης που ασκεί το περιβάλλον στον άνθρωπο. Επίσης, η μάθηση μπορεί να πραγματωθεί και μέσω της δράσης του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον. Κυρίαρχη θέση στη θεωρία της Νέας Μάθησης έχει η άποψη ότι η μάθηση εξελίσσεται μέσω μετασχηματισμών. Ο μαθητής καλείται να τροποποιήσει τις ήδη υπάρχουσες γνώσεις, αντιλήψεις και πρακτικές τους αποκτώντας νέες εμπειρίες αλλά χρησιμοποιώντας τις παράλληλα ως βάση για την πρόοδό του. Με τον τρόπο αυτό «χτίζεται» ένα οικοδόμημα σε στέρεες βάσεις που του επιτρέπουν την περαιτέρω εξέλιξη.